Στα νοτιοανατολικά της δεσπόζει το καθολικό, αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, κτισμένο επάνω σε πηγή που αναβλύζει πόσιμο νερό. Πρόκειται για έναν τρουλαίο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό μεγάλων διαστάσεων, της παραλλαγής του ημισύνθετου τετρακιόνιου, που ανάγεται πιθανόν στις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα. Ο ναός έλαβε τη σημερινή του μορφή, με την προσθήκη εξωνάρθηκα και δυο παρεκκλησίων κατά μήκος της βόρειας και νότιας πλευράς του, πιθανόν στις αρχές του 17ου αιώνα. Ο τοιχογραφικός διάκοσμος του ναού διατηρείται αποσπασματικά και αναγνωρίζονται σ’ αυτόν τρία κύρια στρώματα ζωγραφικής, τα οποία ανάγονται στον 13ο, 17ο και 18ο αιώνα. Το μοναστηριακό συγκρότημα περιλαμβάνει στα βόρεια την τράπεζα και τον εφαπτόμενο σε αυτήν πύργο, το μαγκιπείο και μια διώροφη πτέρυγα όπου ανοίγεται, μέσω διαβατικού, η κεντρική είσοδος. Στα δυτικά αναπτύσσεται μία ακόμη διώροφη πτέρυγα κελιών, στο ισόγειο της οποίας διαμορφώνονται αποθήκες, στάβλοι και πατητήρι, ενώ στον όροφο δωμάτια διαμονής των μοναχών και το συνοδικό. Στο νότιο πέρας της δυτικής πτέρυγας υψώνεται τριώροφος πύργος, που ταυτίζεται με το ηγουμενείο της μονής. Συνολικά, στο μοναστήρι διακρίνονται έξι ή επτά οικοδομικές φάσεις. Ο πύργος πιθανότατα υπήρχε από την πρώτη φάση οικοδόμησης αλλά δέχτηκε πολλαπλές τροποποιήσεις, μέχρι που πήρε την τελική του μορφή τον 17ο αιώνα.